Η οικονομική κρίση η οποία εκδηλώθηκε το 2008 επιτάχυνε την εξάπλωση του φαινομένου της παχυσαρκίας και την αύξηση του αριθμού των υπέρβαρων ανθρώπων στις 34 χώρες-μέλη του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ), αποκαλύπτει μια έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Σε αυτό το έγγραφο, το οποίο θα παρουσιαστεί αύριο ενώπιον του ευρωπαϊκού Συνεδρίου για την Παχυσαρκία στη Σόφια της Βουλγαρίας, ο ΟΟΣΑ υπενθυμίζει ότι το 50% και πλέον των ενηλίκων και 1 παιδί στα 5 κατά μέσο όρο είναι υπέρβαροι στα κράτη-μέλη του Οργανισμού.
Η παχυσαρκία ορίζεται με βάση έναν δείκτη μάζας σώματος (indice de masse corporelle, IMC) μεγαλύτερο του 30, ενώ ένας ενήλικος θεωρείται υπέρβαρος όταν η μάζα του σώματός του κυμαίνεται μεταξύ 25 και 30.
Παρότι η εξάπλωση της παχυσαρκίας έχει κατά βάση επιβραδυνθεί κατά τη διάρκεια των 5 τελευταίων ετών στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, γνώρισε αύξηση σε ορισμένες χώρες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2008-2009, η οποία οδήγησε στη μείωση των δαπανών για τη διατροφή και σε μια αυξανόμενη κατανάλωση προϊόντων που προσφέρονται σε τιμή με έκπτωση και προϊόντων που έχουν πολύ περισσότερες θερμίδες.
Σύμφωνα με την έκθεση, κάθε αύξηση της τάξης του 1% στο ποσοστό ανεργίας στις ΗΠΑ μεταφραζόταν σε μια μείωση της κατανάλωσης 5,6% όσον αφορά τα φρούτα και τα λαχανικά το διάστημα μεταξύ 2007 και 2009.
Ακόμα και στις χώρες που δεν επλήγησαν τόσο από την οικονομική κρίση, κάποιες ομάδες ανθρώπων, κυρίως οι γυναίκες και εκείνοι με τη χαμηλότερη μόρφωση και τα χαμηλότερα εισοδήματα, είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να γίνουν παχύσαρκοι, επισήμανε ο ΟΟΣΑ.
«Η οικονομική κρίση πιθανόν συνέβαλε στην περαιτέρω αύξηση της παχυσαρκίας», επισήμαναν οι συντάκτες αυτής της έρευνας.
Στη Βρετανία τα έξοδα για τη διατροφή μειώθηκαν 8,5% σε πραγματικές τιμές μεταξύ 2008- 2009, δίχως όμως αντίκτυπο στην κατανάλωση θερμίδων, που μάλιστα κατέγραψε μικρή αύξηση.
Μια έρευνα στην Αυστραλία κατέδειξε ότι τα πρόσωπα που επηρεάστηκαν από την οικονομική κρίση αντιμετώπισαν κίνδυνο να γίνουν παχύσαρκοι 20% και πλέον υψηλότερο σε σύγκριση με εκείνους που δεν επηρεάστηκαν από την κρίση.
Η παχυσαρκία, που συμβάλλει στην εκδήλωση καρδιακών παθήσεων, διαβήτη και ορισμένων τύπων καρκίνου, συνιστά ένα σημαντικό πρόβλημα σε κοινωνικό και ανθρωπιστικό επίπεδο για τις χώρες του οργανισμού.
Τα πρόσωπα που εμφανίζουν βαριάς μορφής παχυσαρκία πεθαίνουν κατά μέσον όρο 10 χρόνια πιο πρόωρα από τα πρόσωπα εκείνα που διατηρούν το φυσιολογικό τους βάρος, υπογραμμίζει η έκθεση.
Η υποστήριξη των υπέρβαρων ανθρώπων αντιπροσωπεύει κατά μέσο όρο το 3% των δαπανών υγείας σε διάφορες χώρες – για παράδειγμα κυμαίνεται μεταξύ 5-10% στις ΗΠΑ.
Έως το 1980, λιγότερο από το ένα δέκατο των ενηλίκων που ζούσαν στις χώρες του ΟΟΣΑ εμφάνιζε παχυσαρκία, ποσοστό που φθάνει το 18% σήμερα.
Οι χώρες που έχουν επηρεαστεί περισσότερο είναι το Μεξικό, η Νέα Ζηλανδία και οι ΗΠΑ όπου κατά μέσο όρο ένα ποσοστό 30% του πληθυσμού είναι παχύσαρκο.
Μετά την ταχύτατη αύξηση τη δεκαετία του 1990, η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί και τα ποσοστά της παχυσαρκίας δεν αυξάνονται περισσότερο σε χώρες όπως η Βρετανία, η Ιταλία και οι ΗΠΑ.
Σε άλλες χώρες, αντίθετα, τα ποσοστά συνεχίζουν να αυξάνονται με ρυθμό 2-3% κάθε χρόνο. Πρόκειται για την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Γαλλία, το Μεξικό, την Ισπανία και την Ελβετία, επισήμανε ο ΟΟΣΑ.
πηγή:koolnews.gr